Η τήρηση της τάξεως, της πειθαρχίας και των ναυτικών κανονισμών προκειμένου να εξασφαλιστεί η ασφαλής ναυσιπλοΐα και η προστασία της ζωής των επιβαινόντων δεν αποτελεί κύριο καθήκον της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας.
Γράφει η Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου Συγγραφεύς & Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας (Ελληνικό Ινστιτούτο Ναυτικής Ιστορίας ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.)
Στην αρχαία Ελλάδα, όπου το εμπόριο δια θαλάσσης, το πολεμικό ναυτικό, το ναυτικό και το αστικό δίκαιο ήταν στην πλήρη άνθισή τους, λειτουργούσε ένα Σύστημα Ασφαλούς Διαχειρίσεως (ΣΑΔ), όχι φυσικά με την σύγχρονη μορφή, αλλά ως προπομπός του, ο οποίος όμως, από τις ελάχιστες και σκόρπιες αναφορές δείχνει ότι εκτελείτο κατόπιν μελέτης, διοικητικού ελέγχου αλλά και πειθαρχικού δικαίου.
Με τα όσα στοιχεία διαθέτουμε έως τώρα δεν θα ήταν τολμηρό να συλλογιστούμε ότι ένα «εν σπαργάνοις» Σ.Α.Δ. στην αρχαία Ελλάδα άγγιζε τόσο το εμπορικό όσο και το πολεμικό ναυτικό. Όσο αφορά στο εμπορικό ναυτικό από την εποχή του Ησιόδου υπήρξαν εμπειρικοί κανόνες για την αποφυγή απόπλου λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, οι οποίοι με τον χρόνο εξελίχθηκαν σε επιβεβλημένη απαγόρευση.
Οι πλόες δεν επιτρέπονταν από τον μήνα Οκτώβριο μέχρι τον Μάρτιο. Από κείμενα του Ξενοφώντος και του Διοδώρου Σικελιώτου αντλούμε την πληροφορία ότι ήταν σε εφαρμογή ένας κανονισμός βάσει του οποίου καθοριζόταν η χρήση φανών (δάδες, πυρσοί, λυχνίες), ενώ υποχρέωνε τα πλοία να τους επιδεικνύουν κατά τη διάρκεια της νύχτας, προκειμένου να ειδοποιούν τα παραπλέοντα σκάφη και να αποτρέψουν τυχόν ατυχήματα, όπως ακριβώς ορίζει σήμερα ο Δ.Κ.Α.Σ.
Για τα φορτηγά πλοία φαίνεται πως υπήρχε πρόνοια σχετικά με τη φόρτωση και το είδος φορτίου. Η στοιβασία εκτελείτο με προσοχή. Σε περιπτώσεις που ανάμεσα σε δύο βαριά φορτία υπήρχε κενό, το γέμιζαν με ελαφρύ φορτίο και η συγκεκριμένη διαδικασία καλείτο «παρενθήκη», ενώ υπήρχε και ο υπολογισμός του ευτελούς φορτίου (constance).
Από τα αρχαία κείμενα αντιλαμβανόμαστε τις γνώσεις που είχαν για το ύψος εξάλων και την εφεδρική πλευστότητα, τις γραμμές φορτώσεως καθώς και το είδος του νερού (ποτάμιο ή θαλασσινό).
Για να περιοριστούν και να αποφευχθούν τα ναυτικά ατυχήματα, υπήρχαν κανονισμοί, και σε περίπτωση που συνέβαιναν, τότε μετά από ένα είδος διοικητικού ελέγχου που μεσολαβούσε έβγαιναν τα σχετικά πορίσματα. Ανάμεσα στις κυρώσεις, έχει διασωθεί μια αυστηρότατη πειθαρχική ποινή, η οποία προέβλεπε οριστική στέρηση του ναυτικού επαγγέλματος. Η συγκεκριμένη, την οποία παραθέτουμε ακολούθως, αφορά τους πορθμείς στην περίπτωση που κατά την διάρκεια του διάπλου ανατρέπετο το σκάφος από υπαιτιότητα τους.
«ἐπὶ μὲν τοὺς πορθμέας τοὺς εἰς Σαλαμῖνα πορθμεύοντας νόμον ἔθεσθε ἐάν
τις αὐτῶν ἄκων ἐν τῷ πόρῳ πλοῖον ἀνατρέψη, τούτῳ μὴ ἐξεῖναι πάλιν πορθμεῖ
γενέσθαι, ἵνα μηδεὶς αὐτοσχεδιάζῃ εἰς τὰ τῶν Ἑλλήνων σώματα» (Αισχίνου, Κατά Κτησιφώντος, 158).
[δια τους μεν πορθμείς, οι οποίοι πηγαινοέρχονται στην Σαλαμίνα, νομοθετήσατε, όπως, αν κάποιος εξ αυτών, έστω και παρά την θέλησή του, αναποδογυρίσει πλοίο που διαπλέει τον πορθμό, να μην έχει πλέον το δικαίωμα να πλέει τον πορθμό, για να μην θέτει σε κίνδυνο κανείς από την απειρία του την ζωή των Ελλήνων].
Από τα αρχαία κείμενα αντιλαμβανόμαστε τις γνώσεις που είχαν για το ύψος εξάλων και την εφεδρική πλευστότητα, τις γραμμές φορτώσεως καθώς και το είδος του νερού (ποτάμιο ή θαλασσινό).
Η ναυτιλιακή πολιτική των αρχαίων Ελλήνων με την οργάνωση και την θεσμική πρωτοπορία της έδωσε τα φώτα σε μεταγενέστερα κράτη, τα οποία με την σειρά τους μετέδωσαν γνώσεις και πρακτικές ασφαλούς ελέγχου ναυσιπλοΐας σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο.
Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι πολλά νεότερα συστήματα σχετικά με την ναυτιλία, συμπεριλαμβανομένου και του Σ.Α.Δ. στα πλοία, ανάγονται στα μέτρα που είχαν λάβει στην αρχαία Αθήνα, την πόλη που γέννησε και εδραίωσε την ναυτική επιστήμη.
Τα κείμενα και η τεκμηρίωση των ανωτέρω προέρχονται από τα βιβλία της συγγραφέως:
- ΤΡΙΗΡΗΣ Τακτική και Επιχειρησιακό Περιβάλλον στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, 2016.
- H πειρατεία στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα, Historical Quest, 2017.
*Who is who
H Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι συγγραφεύς – Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας με εξειδίκευση σε θέματα και μελέτες που αφορούν τη ναυτιλία στην αρχαία Ελλάδα (εμπορικό/πολεμικό ναυτικό, στρατηγική, τακτική σχεδίαση και ανάλυση ναυτικών επιχειρήσεων, ναυτική τεχνολογία και ναυπηγική). Έχει αναπτύξει αξιόλογη συγγραφική δραστηριότητα, εκδίδοντας βιβλία και δημοσιεύοντας περισσότερα από 200 άρθρα-μελέτες, μονογραφίες και αναλύσεις σε περιοδικά του ειδικού Τύπου, σε πανεπιστημιακά περιοδικά καθώς και σε περιοδικά που εκδίδουν ειδικευμένοι φορείς όπως το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ).
Έχει μετάσχει σε ελληνικά και ξένα ντοκιμαντέρ, ημερίδες, διαλέξεις και συνέδρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει τιμηθεί κατά καιρούς με βραβεία και επαίνους για την έρευνά της στη Ναυτική Ιστορία, στα οποία περιλαμβάνεται το Βραβείο Α΄ Τάξεως Θετικών Επιστημών από την Ακαδημία Αθηνών. Είναι δημιουργός και διαχειρίστρια του ιστολογίου Περί Αλός www.perialos.blogspot.gr., ιδρυτικό μέλος και μέλος του Δ.Σ. του Ελληνικού Ινστιτούτου Ναυτικής Ιστορίας (ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.), μέλος του Ελληνικού Συνδέσμου Υποβρυχίων (ΕΛ.Σ.Υ/Β) και του Συλλόγου Ιστορικών Μελετών «Κορύβαντες». Είναι παντρεμένη με τον δημοσιογράφο και αμυντικό αναλυτή Ιωάννη Σ. Θεοδωράτο, με τον οποίο έχει αποκτήσει μία κόρη, την Κασσάνδρα.