Ακτογραμμές σμιλεμένες με το βράχο και με το πράσινο, εικόνες που εναλλάσσονται, ιστορία που ακούτε τους χτύπους της σε κάθε γωνιά. Από τη Μονεμβασιά έως τη Μεθώνη, μια περιήγηση στα παράλια διαμάντια της Πελοποννήσου που λάμπουν στον ήλιο και στη ζωή.
Από την Ήρα Σινιγάλια
Η Πελοπόννησος μοιάζει σαν ρόδι: είναι μια ενότητα που διασπάται περιλαμβάνοντας γεωγραφικά στιγμιότυπα και προορισμούς που ο καθένας από μόνος του υφίσταται αυτόνομα, αλλά συγχρόνως εντάσσεται στο ευρύτερο σύμπαν αυτής της ιστορικής περιοχής. Μιλάμε λοιπόν για έναν τόπο που τον κεντούν βουνά, τον διατρέχουν κάποιες, λίγες, πεδιάδες και τον δροσίζει η ατέλειωτη θάλασσα. Σε αυτά ακριβώς τα παράλια αναπτύχθηκαν φημισμένες πόλεις και κάστρα, που η ιστορία και η ομορφιά τους γίνονται αιτία ταξιδίου.
Ξεκινώντας έναν νοητό περίπλου από τα ανατολικά, σταματάμε στην πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας, το Ναύπλιο. Ανάμεσα σε λιθόστρωτους δρόμους, εμβληματικά κτήρια και κάστρα-φρουρούς, υφαίνονται νήματα της ελληνικής ιστορίας. Στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, όπου δολοφονήθηκε ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας, ο Ιωάννης Καποδίστριας, στην Ακροναυπλία και το φρουριακό Παλαμίδι με θέα τον Αργολικό κόλπο , στο περίκλειστο Μπούρτζι, την πρώτη βουλή των Ελλήνων ή αλλιώς το Βουλευτικό, στον Ψαρομαχαλά με τη βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Σοφίας κρύβονται στιγμιότυπα που ξεπερνούν τα ινσταγκραμικά κλικ. Το ίδιο ισχύει και για το Πελοποννησιακό Ίδρυμα «Βασίλειος Παπαντωνίου» με τον πλούτο των ενδυματολογικών του συλλογών και το Αρχαιολογικό Μουσείο με το πήλινο προσωπείο του άρχοντα της Ασίνης.
Η πυξίδα δείχνει πια νοτιοανατολικά και η βελόνα σταματά στη Μονεμβασιά, στον βράχο από όπου πέρασαν Βυζαντινοί, Βενετοί, πειρατές. Το «πέτρινο καράβι» του ποιητή Γιάννη Ρίτσου, ο οποίος γεννήθηκε εκεί, είναι μια αλληλουχία από παμπάλαιες εκκλησίες, στιβαρές οχυρώσεις, μυστηριακές καμάρες. Κυρίως είναι μια πλεύση στον χρόνο, ειδικά αν ανέβει κανείς στην Άνω Πόλη με τα ερειπωμένα βενετσιάνικα αρχοντικά και τον μοναχικό ναό της Αγίας Σοφίας, όπου το βλέμμα χάνεται στο πουθενά του πελάγους. Αντίθετα, η Κάτω Πόλη είναι γεμάτη ζωή, με ταβερνάκια και περιποιημένα ξενοδοχεία. Η κίνηση διέρχεται από την πλατεία του Ελκομένου Χριστού, την Παναγία Μυρτιδιώτισσα, τα πυργόσπιτα, τα καλντερίμια και βέβαια το Πορτέλο, την πύλη που οδηγεί στο θαλασσινό τείχος, όπου η αρμύρα αφήνει το στίγμα της στο Γιβραλτάρ της Ελλάδας.
Από τη μεσαιωνική Μονεμβασιά, επόμενος λακωνικός «σταθμός», το Γύθειο, χτισμένο στους πρόποδες του όρους Ακούμαρος. Η πρώτη ματιά χάνεται στην αμφιθεατρική αρμονία της δεύτερης πόλης του νομού Λακωνίας που από την αρχαιότητα ήταν σημαίνον εμπορικό κέντρο. Σήμα-κατατεθέν, το νησάκι Κρανάη ή Μαραθονήσι που σήμερα ενώνεται με την ακτή. Ο μύθος λέει ότι υπήρξε ερωτικό καταφύγιο του Πάρη και της Ωραίας Ελένης, η πραγματικότητα ορίζει ότι εδώ βρίσκεται το γαλήνιο εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου και ο πύργος του τρίτου μπέη της Μάνης, του Τζαννετάκη Γρηγοράκη που σήμερα είναι το Ιστορικό Εθνολογικό Μουσείο. Η πόλη φέρει το αποτύπωμα του Βαυαρού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ που σχεδίασε το δημαρχείο και το παλαιό Παρθεναγωγείο, δίνοντας ένταση στο νεοκλασικό ύφος του Γυθείου και στον αστικό του χαρακτήρα. Στην προκυμαία η ζωή κυλάει χαμογελαστά, ανάμεσα στα καφέ και τα εστιατόρια που στοιχίζονται εκεί. Αλλά αν θελήσετε να φτιάξετε το δικό σας άλμπουμ των αναμνήσεων, τα στενά δρομάκια θα σας ανταμείψουν με αρώματα και χρώματα που δραπετεύουν από κήπους, ενώ καθώς πέφτει ο ήλιος, στον φάρο, στο νησάκι της Κρανάης, τα χρώματα φτιάχνουν ένα φυσικό έργο τέχνης. Το Γύθειο όμως κλείνει το μάτι και για βουτιές στη μεγάλη παραλία του Μαυροβουνίου ή στο Βαθύ με το ψιλό του βότσαλο. Από εδώ οι δρόμοι οδηγούν στη Μάνη, έναν τόπο με φρουριακά χωριά, το ανεμοδαρμένο ακρωτήριο Ταίναρο, παραμυθενια κολπάκια, αλλά και ένα μοντέρνο raison d’ etre: τις ατμοσφαιρικές προτάσεις διαμονής που απογειώνουν το λεγόμενο boutique hoteling.
Οι στιγμές περνούν νωχελικά στον Γερολιμένα που κάποτε ήταν ένα σπουδαίο εμπορικό λιμάνι, όπως προδίδουν μνημειακά κτήρια σαν εκείνο του ξενοδοχείου Kyrimai. Το σμίξιμο του γκριζωπού βράχου, οι λιτές οικίες και οι γαλαζωπές ανταύγειες της θάλασσας κάνουν το χωριό ιδανικό stop over για εξερευνήσεις στη συνέχεια στα περίφημα Σπήλαια του Δυρού, ένα φυσικό λιμναίο γλυπτό, με σταλακτίτες και σταλαγμίτες που θα δείτε στην ξενάγηση, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της γίνεται με καραβάκι (diros-caves.gr). Όμως Μάνη χωρίς Βάθεια δεν νοείται: ο παμπάλαιος οικισμός, έστω και ερειπωμένος, υπενθυμίζει το έπος των Μανιατών να συνυπάρξουν με μια γη άγονη αλλά ποιητική. Ανάλογες εικόνες προβάλλονται στην Αρεόπολη, την έδρα των Μαυρομιχαλαίων. Η πόλη συνδέεται με την Ελληνική Επανάσταση, καθώς στην εκκλησία των Αγίων Ταξιαρχών υψώθηκε στις 17/3/1821 το λάβαρο του Αγώνα. Πολύ κοντά και παραθαλάσσια, βρίσκεται το πολύβουο Λιμένι σε έναν προστατευμένο όρμο, με αρχιτεκτονική που αποκαλύπτει ένα οχυρό λιμάνι και με αντιπροσωπευτικό δείγμα το Παλάτι του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, λίγο πιο ψηλά. Εδώ βρίσκεται και η ξακουστή ταβέρνα του Τάκη (+30 27330 51237) με ψάρια και θαλασσινά που σερβίρονται στην κόψη του κύματος, συμβάλλοντας στη φήμη της περιοχής. Η διαδρομή όμως θα περάσει και από το Νέο Οίτυλο που –ναι!- το διατρέχει μια μεγάλη αμμουδιά και είναι ιδανικό για βουτιές, πεζοπορίες και διασκέδαση στα παραλιακά μαγαζιά.
Πιο δυτικά το τοπίο μαλακώνει, σημάδι ότι μπαίνει κανείς στη μεσσηνιακή Μάνη, της οποίας οι ακτές είναι ένα reel που το διαδέχονται τυρκουάζ ορμίσκοι και κουκλίστικα χωριά, όπως ο Άγιος Νικόλαος και οι Θαλάμες. Ώσπου ξεπροβάλλει η Καρδαμύλη. Μια ελληνική Εδέμ, αγαπημένη του περίφημου συγγραφέα Πάτρικ Λη Φέρμορ που το σπίτι του πλέον είναι ξενώνας. Η Παλαιά Καρδαμύλη έχει αναστηλωθεί και στον λιθόχτιστο κόσμο της υψώνεται ο εμβληματικός Πύργος του Μούρτζινου που λειτουργεί ως μουσείο. Η Καρδαμύλη είναι κεφάτη, με εκλεπτυσμένες προτάσεις διαμονής, ταβέρνες και μπαράκια, ενώ αποτελεί άξιο ορμητήριο για πεζοπορίες στο φαράγγι του Βυρού, όπου κάθε χρόνο διοργανώνεται και ο δημοφιλής αγώνας ορεινού τρεξίματος Taygetos Challenge (taygetoschallenge.com). Τα ορεινά χωριουδάκια της μεσσηνιακής Μάνης, από το Εξωχώρι έως τα Τσέρια, φυσικά μπαλκόνια στο φαράγγι και στη θάλασσα, προσθέτουν τα δικά τους χρώματα με ξωκλήσια, πυκνή βλάστηση και παμπάλαια κτίσματα. Ολοκληρώνουν έτσι το πέρασμα της Μάνης που τη διαδέχεται το δυτικό πόδι της Πελοποννήσου.
Η ομηρική πατρίδα του βασιλιά Νέστορα, η Πύλος, είναι ένα χάρμα οφθαλμών με λευκά σπίτια με κεραμίδια, το κάστρο της, το επονομαζόμενο Νίοκαστρο, όπου βρίσκεται και το πολύ ενδιαφέρον αρχαιολογικό μουσείο, αλλά και την ευλογημένη της θέση ως ένα μεγάλο φυσικό λιμάνι. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ το 1827 έγινε η Ναυμαχία του Ναυαρίνου – έτσι έλεγαν οι Βενετοί την Πύλο- που σήμανε τη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων έναντι των Τούρκων. Η Πύλος είναι ένα μπαλκόνι από την Πλατεία Τριών Ναυάρχων έως την προκυμαία, όπου αράζουν τα καραβάκια που θα σας πάνε βαρκάδα στο νησάκι της Σφακτηρίας. Και όχι μόνο: αυτή η μεσσηνιακή πόλη είναι η πύλη για τη Γιάλοβα, το χωριό με τα ταβερνάκια και τα μπαράκια που εποπτεύει την ομώνυμη λιμνοθάλασσα που αποτελεί έναν σπουδαίο υδροβιότοπο και βέβαια τη σταρ παραλία της Βοϊδοκοιλιάς, μια ελληνική εκδοχή εξωτισμού. Από εκεί και σε μια διαδρομή που θυμίζει πελοποννησιακή Τοσκάνη, η κωμόπολη της Κορώνης με το βενετσιάνικο κάστρο της, που ακόμα κατοικείται, και την αμφιθεατρική της διάταξη έχει μια περαντζάδα γεμάτη ουζερί, καφέ και μπαράκια, ενώ στον δρόμο προς τη Μεθώνη μικρές παραλίες και beach bars γίνονται στάσεις δροσιάς και απόλαυσης μέχρι τη λαμπερή Φοινικούντα που τα έχει όλα, από ξενοδοχεία, ταβέρνες, θαλάσσια σπορ και ιδιοσυγκρασιακά μαγαζάκια με όμορφα δώρα. Η Μεθώνη γράφει τον επίλογο αυτής της περιήγησης: μια παραλιακή γωνιά με το κάστρο της να καταλαμβάνει όλο το ακρωτήριο της ακτής. Χτισμένο από τους Βενετούς με μια τοξωτή γέφυρα, πολεμίστρες, πυριτιδαποθήκες, συναντά την καινούρια πόλη που καταλήγει σε μια όμορφη παραλία όπου εξελίσσεται η κίνηση του καλοκαιριού. Όσο για τις μεσσηνιακές Οινούσσες, τα νησάκια δηλαδή Σαπιέντζα, Σχίζα, Αγία Μαρίνα, είναι επίγειοι παράδεισοι, με παρθένες παραλίες και ανέγγιχτη βλάστηση. Μια ωδή στη φύση, μια εμπειρία γεμάτη θέρος. Mε ονομασία προέλευσης, Πελοπόννησος!