Από τον Αντώνη Μαγουλά Διευθυντή ΕΛΚΕΘΕ- Πρόεδρο ΔΣ
Θα περίμενε κανείς ότι μια χώρα με τη ναυτική παράδοση της Ελλάδας θα πρωταγωνιστούσε σε όλους τους τομείς των θαλασσίων δράσεων και δραστηριοτήτων.
Η χώρα μας βασίστηκε ανά τους αιώνες στα «ξύλινα τείχη» για να επιβιώσει απέναντι σε όσους την επιβουλεύονταν, ίδρυσε στην αρχαιότητα αποικίες, μέσω των θαλάσσιων δρόμων, από την Ιβηρική ως την ανατολική Μεσόγειο και από τον Εύξεινο Πόντο ως τις βόρειες ακτές της Αφρικής. Ο δε σημερινός ελληνόκτητος εμπορικός στόλος είναι μεταξύ των πρώτων στον κόσμο, αν όχι ο πρώτος.
Παρά την παράδοση αυτή, η χώρα μας είναι ουραγός στην Ευρώπη στον τομέα της κατοχής ερευνητικών /ωκεανογραφικών σκαφών. Το ωκεανογραφικό σκάφος (Ω/Κ) «ΑΙΓΑΙΟ», που ανήκει στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), ναυπηγήθηκε το 1985, ως απάντηση της Ελλάδας στις έρευνες του τουρκικού σκάφους ΣΙΣΜΙΚ (μετέπειτα ΧΟΡΑ) στο Αιγαίο. Από το 1985 μέχρι σήμερα το, μήκους 62 μ., Ω/Κ «ΑΙΓΑΙΟ» είναι το μοναδικό ερευνητικό σκάφος ανοιχτής θάλασσας της χώρας μας. Στην Ευρώπη, μόνο την τελευταία 5ετία, έχουν, κατασκευαστεί ή κατασκευάζονται περισσότερα από δέκα νέα ερευνητικά σκάφη, ενώ η Τουρκία διαθέτει τουλάχιστον τέσσερα νέα ερευνητικά πλοία (μεταξύ αυτών και το ORUC REIS, μήκους 87 μ.).
Το «ΑΙΓΑΙΟ» έχει συμπληρώσει σχεδόν 40 χρόνια ζωής, με 180 -200 πλεύσιμες ημέρες τον χρόνο, σε εκατοντάδες ερευνητικές αποστολές στο Αιγαίο, το Ιόνιο, τη Μεσόγειο, τη Μαύρη και την Ερυθρά Θάλασσα. Παρά τις προσπάθειες του ΕΛΚΕΘΕ, το σκάφος στερείται συστηματικής χρηματοδότησης για τη συντήρησή του.
Τεχνικά προβλήματα και βλάβες που προκύπτουν με αυξανόμενη συχνότητα, εντείνονται από τη δυσκολία εξεύρεσης ανταλλακτικών και απειλούν τις επιχειρησιακές δυνατότητες και την αξιοπλοΐα του σκάφους. Στην ίδια κατάσταση βρίσκεται και το δεύτερο, μικρότερο από ΑΙΓΑΙΟ, ερευνητικό σκάφος του ΕΛΚΕΘΕ, το «ΦΙΛΙΑ», μήκους 31 μέτρων, που έχει περίπου την ίδια ηλικία και παρουσιάζει τα ίδια προβλήματα.
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η καθόλου ευχάριστη κατάσταση, το ΕΛΚΕΘΕ, μετά από πολύχρονες προσπάθειες και προτάσεις κατάφερε, το 2019, να εγκριθεί χρηματοδότηση, από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), για την αντικατάσταση του Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ με νέο, σύγχρονο, ερευνητικό σκάφος.
Ο συνολικός προϋπολογισμός ήταν 55 Μ€, με το 75% του προϋπολογισμού (41 Μ€) να καλύπτεται από το δάνειο της ΕΤΕπ και το υπόλοιπο 25% (14 Μ€) να αποτελεί την εθνική συμμετοχή. Το νέο σκάφος θα είχε εκτιμώμενο μήκος 70 μ., πλάτος 15 μ., τέσσερα καταστρώματα, πλήρωμα 18-20 ατόμων, σύγχρονα εργαστήρια και ερευνητικό εξοπλισμό και δυνατότητα φιλοξενίας τριάντα τουλάχιστον ερευνητών.
Η σχετική σύμβαση μεταξύ της ΕΤΕπ και του ελληνικού Κράτους υπογράφτηκε τον Ιούλιο 2020 και η ΕΤΕπ διέθεσε άμεσα προκαταβολή 8 Μ€. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει δυνατόν να διασφαλιστεί η εθνική χρηματοδότηση και να ενταχθεί σε κάποιο χρηματοδοτικό πρόγραμμα, π. χ. ΠΔΕ. Από το 2020 δεν έχει υπάρξει οποιαδήποτε πρόοδος στην υλοποίηση του σχεδιασμού και της ναυπήγησης του νέου ερευνητικού σκάφους, παρά τη συνεχή προσπάθεια του ΕΛΚΕΘΕ.
H χώρα μας, έτσι, στερείται ενός σύγχρονου ερευνητικού σκάφους, και αυτό παρά:
- το μεγάλο ενδιαφέρον των ελληνικών θαλάσσιων οικοσυστημάτων (θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, περιοχές Natura)
- Την έντονη σεισμικότητα των ελληνικών θαλασσών
- την ύπαρξη ιδιαίτερα σημαντικών ακραίων περιβαλλόντων (υποθαλάσσια ηφαίστεια, υδροθερμικές πηγές), που δίνουν μεγάλες δυνατότητες βιοτεχνολογικών εφαρμογών
- τα μεγάλα βάθη (το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου, 5.300 μέτρα, βρίσκεται στην Ελλάδα)
- το οξύ πρόβλημα της εισβολής ξενικών ειδών, κυρίως μέσω της Διώρυγας του Σουέζ, που διαταράσσει την ισορροπία των οικοσυστημάτων και προκαλεί προβλήματα στους αλιείς
- την επίδραση της κλιματικής αλλαγής, που φαίνεται να είναι εντονότερη στην ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι στις ελληνικές θάλασσες εξελίσσεται στις μέρες μας ένα τεράστιας σημασίας φυσικό πείραμα και υπάρχει άμεση ανάγκη να μελετηθεί και να παρακολουθηθεί, ιδιαίτερα με τις άνευ προηγουμένου δυνατότητες που δίνουν οι σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις (γονιδιωματική, ηλεκτρονικοί αισθητήρες, radar, GIS, κλπ.).
Δεν είναι καθόλου τιμητικό για τη χώρα με την τεράστια ναυτική παράδοση, που κυριαρχεί στην παγκόσμια εμπορική ναυτιλία, να είναι τόσο πίσω από πλευράς ερευνητικού στόλου. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που είναι ευνόητο ότι η ύπαρξη και οι πλόες ερευνητικών σκαφών σε μια θάλασσα σαν το Αιγαίο, μπορεί να εξυπηρετήσει και προφανείς εθνικής σημασίας στόχους.