Βασίλης Κορκίδης,
Πρόεδρος Ε.Β.Ε.Π.
Αναμφισβήτητα ο κλάδος του yachting αποτελεί βασικό παράγοντα ενίσχυσης του θαλάσσιου τουρισμού και αναβάθμισης του τουριστικού προϊόντος της χώρας, γενικότερα. Και όχι μόνο. Γιατί ο θαλάσσιος τουρισμός υψηλών απαιτήσεων, όπως είναι «γνωστός» αυτός των σκαφών αναψυχής, μπορεί να αποτελέσει μαγνήτη επενδύσεων που θα δώσουν δυναμική ώθηση στη γρήγορη ανάπτυξη. Μιλάμε χρόνια για τη σημασία του yachting, παραμένοντας στο θεωρητικό επίπεδο, παρά το γεγονός ότι έχουν εκπονηθεί, μέσα σε αυτά τα χρόνια, μελέτες που έχουν καταδείξει ολιστικά τις κατευθύνσεις που θα έπρεπε να ακολουθηθούν για την ανάπτυξη ενός τομέα του θαλάσσιου τουρισμού, για του οποίου τη σημασία όλοι συμφωνούμε.
Οφείλουμε, λοιπόν, σήμερα να δούμε, με «καθαρό πνεύμα», τις αιτίες που οι συζητήσεις και οι διαπιστώσεις σε διάφορα fora και εκδηλώσεις για τις υποδομές, τις υπηρεσίες, τη γραφειοκρατία δεν έχουν περάσει στη φάση της ανάληψης δράσης που απαιτείται. Τα έσοδα που συνεχίζουμε να χάνουμε από ανταγωνιστικές χώρες όπως η Κροατία, η Τουρκία και η Ιταλία είναι πολύ μεγάλα. Με άλλα λόγια, έχουμε ένα από τα καλύτερα τουριστικά προϊόντα του κόσμου, με μεγάλη ζήτηση από σκάφη αναψυχής ιδιόκτητα και επαγγελματικά, αλλά δεν είμαστε έτοιμοι να εξυπηρετήσουμε ικανοποιητικά αυτή τη ζήτηση. Και τούτο γιατί δεν έχει σχηματοποιηθεί εκείνη η πολιτική που θα δώσει τις ενδεδειγμένες λύσεις για την επίλυση μιας σειράς προβλημάτων τα οποία, μάλιστα, είναι καταγεγραμμένα.
Όταν μιλάμε για βιώσιμη ανάπτυξη, για να επιτευχθεί ο σκοπός της πρέπει να γίνουν άμεσα και συντονισμένα πολλές και σοβαρές μεταρρυθμίσεις που θα εξορθολογήσουν το θεσμικό πλαίσιο ίδρυσης και λειτουργίας των μαρινών στη χώρα μας. Δηλαδή, το πλαίσιο εκείνο που αφορά, αρχής γενομένης, στις βασικές υποδομές για τις λειτουργίες του εν λόγω τομέα και, συνακόλουθα, του επιπέδου των προσφερόμενων υπηρεσιών. Μόνο με κεντρικό συντονισμό μεταξύ των πολλαπλών συναρμόδιων κρατικών υπηρεσιών είναι εφικτή η μείωση της γραφειοκρατίας και του χρόνου που απαιτείται για τη δημιουργία μίας νέας μαρίνας. Χρόνος που, δυστυχώς σήμερα, έχει υπολογιστεί ότι ξεπερνά την 5ετία, χωρίς τον συνυπολογισμό πολλαπλών νομικών επιπλοκών που εμποδίζουν την υλοποίηση των όποιων επενδυτικών σχεδίων.
Ίσως είναι η ώρα να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα μέσα από τη χάραξη μιας νέας ολοκαίνουργιας πολιτικής και όχι μέσα από την ενδεχόμενα αποσπασματική αναθεώρηση της υφιστάμενης. Χρειάζεται, λοιπόν, εθνικό σχέδιο και ξεκάθαρη βούληση για την ανάπτυξη του κλάδου, ο οποίος έχει στρατηγικό ρόλο για τον τουρισμό και, συνολικά, για την οικονομία της πατρίδας μας. Η χώρα μας θα πρέπει να εκσυγχρονίσει τομείς σημαντικούς για την ανάπτυξη του yachting, όπως τη νομοθεσία της, τις μαρίνες, την παροχή υπηρεσιών, για να δημιουργήσει ένα δόκιμο περιβάλλον παραμονής και φιλοξενίας. Αυτή είναι η βασική προϋπόθεση για να περάσουμε από το «όνειρο στην πραγματικότητα», γιατί η Ελλάδα μπορεί να γίνει το νέο «Yachting Home Port», παγκοσμίως. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να «καλλιεργηθεί μια νέα κουλτούρα» σχετικά με το yachting το οποίο πρέπει να «αποενοχοποιηθεί», καθώς έχει εσφαλμένα καταχωρηθεί ως μια μορφή τουρισμού για υπερυψηλά εισοδήματα και, άστοχα, ότι δεν προσφέρει τίποτα στις τοπικές κοινωνίες.
Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας το γεγονός ότι η ανάπτυξη μαρινών στη νησιωτική χώρα, ιδιαίτερα δε στα συμπλέγματα των μικρών νησιών, εν δυνάμει θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας, κυρίως, για νέους που, υπό άλλες συνθήκες, θα πρέπει να αναζητήσουν επαγγελματικό προσανατολισμό στα αστικά κέντρα εγκαταλείποντας έτσι τον τόπο τους. Παράλληλα, πρέπει να καταδειχθεί και η σημασία ανάπτυξης των αναγκαίων υποστηρικτικών υπηρεσιών εντός και εκτός μαρινών, καθώς δημιουργεί ένα μίνι cluster το οποίο θα συμβάλει στη διατήρηση της τοπικής οικονομίας και, άρα, της εθνικής.
Είναι η ώρα, πλέον, να εγκαταλείψουμε τις θεωρίες με την ανακύκλωση των διαπιστώσεων και των προβλημάτων, τις αέναες συζητήσεις που δεν καταλήγουν σε κάτι νέο και να περάσουμε στην πράξη. Αν θέλουμε να γίνει η Ελλάδα νέο Yachting Home Port παγκοσμίως, πρέπει να το εννοούμε για να το κάνουμε πράξη.
Who is who
Ο Βασίλης Κορκίδης γεννήθηκε στον Πειραιά.
Αποφοίτησε από την Ελληνο-Γαλλική Σχολή Πειραιά “Saint Paul” και συνέχισε τις σπουδές του στην Αγγλία, στο Πανεπιστήμιο του Southampton, όπου σπούδασε ναυπηγός με πτυχίο (BSC HONORS) στη Ναυπηγική και Διαχείριση Πλοίων. Απέκτησε Master στο Ναυτικό Δίκαιο (LLM) και το Διεθνές Εμπόριο και Μεταφορές (MSC).
Διευθύνει τις δύο οικογενειακές επιχειρήσεις με έδρα τον Πειραιά, που δραστηριοποιούνται από το 1961 στις εισαγωγές-εξαγωγές ηλεκτρολογικού υλικού και εφοδιασμού ναυτιλίας και βιομηχανίας.
Έχει διατελέσει Πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας, Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιώς, Αντιπρόεδρος στο Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής Ασφάλειας της Εργασίας, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οργάνωσης Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (UEAPME), μέλος του Δ.Σ. της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων, μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, Αντιπρόεδρος στο Γηροκομείο Πειραιώς και μέλος του Δ.Σ. της EuroCommerce.
Είναι Πρόεδρος του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής και του Περιφερειακού Συμβουλίου Έρευνας και Καινοτομίας, Αντιπρόεδρος στην Ένωση Ελληνικών Ναυπηγείων (Ε.Ε.Ν.), μέλος στο Συμβούλιο Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών, εξωτερικό μέλος του Δ.Σ. του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (Π.Α.Δ.Α.) και Επίτιμος Διδάκτωρ του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Π.Α.Δ.Α.