Ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών του Ομίλου της ΕΛΙΝΟΙΛ Α.Ε. ανήλθε κατά το εννεάμηνο του 2023 σε €1.880 εκατ. έναντι €2.801 εκατ. του εννεαμήνου του 2022, καταγράφοντας μείωση 33%.
Για την ίδια χρονική περίοδο, τα μικτά κέρδη του Ομίλου ανήλθαν σε € 51,1 εκατ. έναντι €45,8 εκατ. του εννεαμήνου του 2022 και τα κέρδη προ φόρων, χρηματοοικονομικών αποτελεσμάτων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε €22,6 εκατ. έναντι €23,2 εκατ. του αντίστοιχου διαστήματος του 2022, παρουσιάζοντας μείωση 2,8%. Τα ενοποιημένα προ φόρων αποτελέσματα του ομίλου (EBT) κατά το εννεάμηνο του 2023 ανήλθαν σε κέρδη €11,0 εκατ. έναντι €11,1 εκατ. του εννεαμήνου του 2022.
Όσον αφορά στη μητρική εταιρία ΕΛΙΝΟΙΛ Α.Ε., κατά το εννεάμηνο του 2023 τα κέρδη προ φόρων, χρηματοοικονομικών αποτελεσμάτων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε €21,6 εκατ. έναντι €22,3 εκατ. του εννεαμήνου του 2022. Τα αποτελέσματα προ φόρων ανήλθαν σε κέρδη €11,6 εκατ. έναντι €11,2 εκατ. του αντιστοίχου διαστήματος του 2022.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα εννεαμήνου ο Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΙΝΟΙΛ Α.Ε., κ. Γιάννης Αληγιζάκης, επεσήμανε: «Η εταιρεία παρουσιάζει στο β’ εξάμηνο του 2023 μια σημαντική ανάπτυξη των πωλήσεων της, αξιοποιώντας και την καλή πορεία του τουρισμού στην χώρα μας. Η ανάπτυξη αυτή αναμένεται να συνεχισθεί στο τελευταίο τρίμηνο κυρίως με την ενίσχυση του Δικτύου με νέα πρατήρια στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ παράλληλα θα συνεχισθεί η ανάπτυξη σε νέες αγορές στο Διεθνές Εμπόριο.»
Στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, το διεθνές ενεργειακό περιβάλλον συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα και μεταβλητότητα, με αποτέλεσμα και η ζήτηση των καυσίμων να επηρεάζεται από την οικονομική δραστηριότητα και τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Παρά την αρχική κλιμάκωση των τιμών υπό τον φόβο μιας γενικευμένης σύρραξης, το γεγονός ότι επί του παρόντος δεν έχουν επιβεβαιωθεί οι δυσμενείς προβλέψεις, συνέβαλε ώστε να υπάρξει μια σημαντική αποκλιμάκωση των διεθνών τιμών, οι οποίες πλέον κινούνται σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα από τα υψηλά του 2022.
Πέραν του συνεχιζόμενου πολέμου Ουκρανίας – Ρωσίας και των επιπτώσεων που έχουν επιφέρει στην ενεργειακή αγορά οι κλιμακούμενες κυρώσεις της Ε.Ε. προς την Ρωσία, είναι πλέον διάχυτος ο προβληματισμός για τις επιπτώσεις του νέου πολέμου στη Μέση Ανατολή.
Αυτές οι γεωπολιτικές εξελίξεις έχουν σαν αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολη και επισφαλής οποιαδήποτε πρόβλεψη σχετικά με την πορεία των τιμών.
Ταυτόχρονα, εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι για περαιτέρω επιβράδυνση της οικονομίας και είναι εμφανές ότι η οικονομική δραστηριότητα χάνει σταδιακά την κεκτημένη ταχύτητα της. Η παγκόσμια στροφή σε μια περιορισμένη νομισματική πολιτική έχει φέρει τα επιτόκια δανεισμού σε επίπεδα που προκαλούν ύφεση, επηρεάζοντας την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, επιβαρύνοντας τα νοικοκυριά από δόσεις δανείων που οφείλουν να καταβάλουν και δημιουργώντας πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες μειώνουν περαιτέρω το διαθέσιμο εισόδημα του καταναλωτή.
Τα παραπάνω γεγονότα, σε συνδυασμό με τις πολύ ήπιες κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην χώρα μας τους δύο τελευταίους μήνες, οι οποίες έχουν οδηγήσει τις πωλήσεις του πετρελαίου θέρμανσης σε οριακό χαμηλό επίπεδο, δημιουργούν επιφυλακτικότητα για την πορεία του τελευταίου τριμήνου και αναδεικνύουν το δύσκολο περιβάλλον στο οποίο θα κινηθεί η αγορά καυσίμων στη χώρα το επόμενο τρίμηνο. Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται περαιτέρω και από την αναμενόμενη αρνητική επίδραση των αποθεμάτων στα αποτελέσματα του κλάδου λόγω της αποκλιμάκωσης των τιμών.