Ολυμπία Κ. Αναστασοπούλου,
Γενική Γραμματέας Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης
Κατά τα τρία τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει καταστεί αναμφίβολα η χώρα με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα πλοίων αναψυχής (επαγγελματικών και ιδιωτικών), ξεπερνώντας παραδοσιακές ηγέτιδες χώρες στον συγκεκριμένο κλάδο, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Ωστόσο, η αυξημένη αυτή δραστηριότητα του yachting αποφέρει ελάχιστα έσοδα στα δημόσια ταμεία, τη στιγμή μάλιστα που οι πελάτες της αποτελούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ιδιώτες υψηλού εισοδηματικού επιπέδου.
Αντιθέτως, αυτή η υπερπληθώρα σκαφών αναψυχής που πλέουν στα ελληνικά ύδατα, ειδικά κατά τους θερινούς μήνες, προκαλεί σοβαρά προβλήματα που είτε άμεσα είτε σε βάθος χρόνου μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο το ευαίσθητο και ταυτόχρονα ανθεκτικό αυτό τουριστικό προϊόν.
Όλοι οι παράγοντες της αγοράς συγκλίνουν στο ότι τα σκάφη αναψυχής θα πρέπει να επιβαρύνονται κατά την είσοδό τους στην Ελλάδα με ένα αναδιαμορφωμένο και σημαντικά αυξημένο τέλος, το οποίο θα υπολογίζεται με βάση το μέγεθός τους, τη δυνατότητα φιλοξενίας επιβατών και τις διαθέσιμες κλίνες, καθώς και τον χρόνο παραμονής τους (ελλιμενισμό/αγκυροβόλιο) στα ελληνικά ύδατα.
Σε ό,τι αφορά δε στις λιμενικές υποδομές τουριστικού ενδιαφέροντος, και με δεδομένο ότι ο θαλάσσιος τουρισμός αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης της εθνικής και περιφερειακής – τοπικής οικονομίας, ο νομοθέτης επιφύλαξε την αρμοδιότητα των ειδικών λιμενικών υποδομών τουριστικού ενδιαφέροντος, όπως αυτές ορίζονται στο ν. 2160/1993 ως ισχύει, ως αποκλειστική υπέρ του Υπουργείου Τουρισμού. Στην παρούσα χρονική περίοδο που η χάραξη μιας Εθνικής Στρατηγικής Ανάπτυξης Τουριστικών Λιμένων είναι προ των πυλών και το τουριστικό προϊόν της χώρας εξελίσσεται και εμπλουτίζεται διαρκώς, μία στοχευμένη πολιτική στον τομέα του θαλάσσιου τουρισμού κρίνεται όχι απλώς σκόπιμη αλλά επιβεβλημένη. Προς τούτο αναφέρονται συνοπτικώς τα ακόλουθα ζητήματα συναρμοδιοτήτων-επικαλύψεων, με το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, σε καίρια ζητήματα που αφορούν στη χωροθέτηση ειδικών τουριστικών υποδομών και δη αυτών του τροποποιημένου ν.2160/1993.
Οι τουριστικοί λιμένες, στα πλαίσια και των απαιτήσεων της χρηματοδότησης της αναβάθμισής τους από το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτέλεσαν αντικείμενο πρόσφατης νομοθετικής ρύθμισης, με τους ν.4926/2022, ν.4933/2022 & ν.4974/2022, δια των οποίων εισήχθησαν ουσιώδεις ρυθμίσεις στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο δημιουργίας, λειτουργίας και αδειοδότησης αυτών.
Ειδικότερα εγκρίθηκαν οι ακόλουθες αλλαγές:
- Απλοποίηση αδειοδότησης (μετάβαση στο καθεστώς έγκρισης λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4442/2016)
- Θέσπιση διαδικασίας νομιμοποίησης υφιστάμενων τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων
- Δυνατότητα αύξησης του συντελεστή δόμησης εντός των παραχωρούμενων τουριστικών λιμένων, υπό την προϋπόθεση ότι θα χορηγηθούν ορισμένες αντισταθμιστικές παροχές στις τοπικές κοινωνίες.
Ωστόσο, παρατηρείται ενσωμάτωση εντός των Αναπτυξιακών Προγραμμάτων και Μελετών Διαχείρισης (Master Plans) Λιμένων, καθώς και των Προγραμμάτων Έργων Ανάπτυξης Λιμένα (Π.Ε.Α.Λ.), λιμενικών τμημάτων «Μικτής Χρήσης» που επί της ουσίας συνιστούν ζώνες τουριστικών λιμένων.
Ενδεικτικά σημειώνονται οι περιπτώσεις της Ραφήνας με δημιουργία λιμενικού τμήματος μικτής χρήσης 162 σκαφών, εκ των οποίων λέμβοι, σκάφη αναψυχής και σκάφη ναυταθλητισμού αποτελούν άνω του 95% του δυναμικού και με ανάπτυξη χρήσεων – εξυπηρετήσεων τουριστικού λιμένα, καθώς και η περίπτωση της Μυτιλήνης με το μεγαλύτερο μέρος του παλιού λιμένα να παρέχει ελλιμενισμό τουριστικών σκαφών χωρίς εξυπηρετήσεις.
Σε συνέχεια των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπ’ όψιν:
- τη συρρίκνωση των δομών περί θαλάσσιου τουρισμού εντός του Υπουργείου Τουρισμού, (δια του Π.Δ. 127/2017- Οργανισμός Υπουργείου Τουρισμού, και της κατάργησης της Διεύθυνσης Τουριστικών Λιμένων),
- διατάξεις όπως αυτές του ν.4150/2013 «Ανασυγκρότηση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και άλλες διατάξεις», ως ισχύει, δια των οποίων έχει αποκτήσει την ευθύνη του συνολικού σχεδιασμού και της χάραξης της Εθνικής Λιμενικής Πολιτικής,
- την ιδιάζουσα κατανομή των τουριστικών χρήσεων, ως προβλέπονται στο Π.Δ. 59/2018 [Στις ειδικές κατηγορίες χρήσεων / 15. Τουριστικά καταλύματα, εγκαταστάσεις ειδικής Τουριστικής υποδομής και λοιπές Τουριστικές επιχειρήσεις (ν. 4276/2014). / 26. Εγκαταστάσεις Μέσων Μαζικής Μεταφοράς: – 26.11. Λιμενικές ζώνες επιβατικής, εμπορικής, αλιευτικής, βιομηχανικής και Τουριστικής δραστηριότητας, μαρίνες], ανακύπτει ευλόγως ζήτημα θέσης εν αμφιβόλω του επιτελικού ρόλου του Υπουργείου Τουρισμού στον τομέα της χωροθέτησης θαλάσσιων τουριστικών υποδομών, πρόβλημα που επεξέτειναν οι σχετικές διατάξεις των Π.Δ. 77 και 82 του 2023 για επικείμενη μεταφορά των σχετικών αρμοδιοτήτων.
Εκ του συνόλου των ως άνω αναφερομένων καθώς και εκ κτηθείσας εμπειρίας μου ως Γενική Γραμματέας Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης, θεωρώ ότι πρωταρχική στόχευση προς τον σκοπό αντιμετώπισης των ζητημάτων που αναδείχθηκαν, θα πρέπει να αποτελέσει αφενός η νομοθετική και ευρύτερα θεσμική κατοχύρωση του θαλάσσιου τουρισμού ως Ανεξάρτητης Επιτελικής Δομής, ώστε ο θαλάσσιος τουριστικός σχεδιασμός να καταρτίζεται και να λειτουργεί από ad hoc αρμόδιο φορέα, και αφετέρου η άρση επικαλύψεων – ασαφειών σχετικών με την άσκηση αρμοδιότητας εν προκειμένω, η οποία αφενός προκαλεί ανασφάλεια δικαίου στους πολίτες/επενδυτές, και αφετέρου δυσχεραίνει τα μάλα την επίτευξη των στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων ενός νευραλγικού για τη χώρα μας Τομέα με εξαιρετικές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης και συνεισφοράς στο ΑΕΠ.
Συνοψίζοντας, η τουριστική πολιτική και ανάπτυξη στον Θαλάσσιο Τουρισμό θα πρέπει να γίνει αντιληπτή ως ένα συνεκτικό σύνολο αρμοδιοτήτων που άπτονται των ειδικών μορφών τουρισμού που αυτός περιλαμβάνει, καθώς και της χωροθέτησης τουριστικών λιμένων στο πλαίσιο άσκησης θαλάσσιας τουριστικής πολιτικής, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η ενιαία νομοθετική, κανονιστική και επί της ουσίας αντιμετώπιση των ζητημάτων που υφίστανται ή ανακύπτουν στον τομέα του θαλάσσιου τουρισμού.
Who is Who
Η Ολυμπία Κ. Αναστασοπούλου είναι αριστούχος απόφοιτος του Κολλεγίου Αθηνών και της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι μεταπτυχιακές της σπουδές είναι στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο με πτυχιακή εργασία για τις Προστατευόμενες Ονομασίες Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και τις Γεωγραφικές Ενδείξεις (Γ.Ε.), και στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (M.B.A.) με ειδίκευση σε χρηματοοικονομικά και στατιστική.
Ως Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, με εικοσαετή και πλέον εμπειρία, και Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια του Υπουργείου Δικαιοσύνης, έχει συνεργαστεί με μεγάλα δικηγορικά γραφεία και εταιρείες/οργανισμούς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στον εμπορικό, ασφαλιστικό και χρηματοπιστωτικό τομέα. Έχει διατελέσει Νομική Σύμβουλος στο Εθνικό Θέατρο και από το 2010 υπηρετεί ως Νομική Σύμβουλος στον e-E.Φ.K.A.
Aπό τον Δεκέμβριο του 2021 έως τον Ιούλιο του 2023 υπηρέτησε ως Γενική Γραμματέας Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης στο Υπουργείο Τουρισμού, προωθώντας κανονιστικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.
Μιλάει Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά.